Ηταν ξημερώματα Κυριακής όταν 19 Αμερικανοί συγκεντρώθηκαν γύρω από το άγαλμα του Λεωνίδα στη Σπάρτη. Σε λίγα λεπτά θα ξεκινούσε για αυτούς μια περιπέτεια για την οποία προετοιμάζονταν μήνες. «Ανδρεία! Αυτό έπρεπε να έχουν οι 300 του Λεωνίδα για να πολεμήσουν τους Πέρσες», τους είπε ο Λανς Κάμινγκς, ο επικεφαλής τους. Εβγαλαν αναμνηστικές φωτογραφίες, φώναξαν «Μoλών λαβέ» σε σπαστά ελληνικά και συνοδευόμενοι από ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας ξεκίνησαν. Για τις επόμενες οκτώ ημέρες θα περπατούσαν στον Δρόμο των Αρχαίων Σπαρτιατών, 378 χλμ. μέχρι τις Θερμοπύλες.
Ολα ξεκίνησαν πέρυσι, όταν ο Κάμινγκς, βετεράνος πεζοναύτης, αναζητούσε μια νέα πρόκληση. «Αρχισα να ψάχνω μέρη στα οποία είχε αλλάξει η ιστορία της ανθρωπότητας και το πρώτο που σκέφτηκα ήταν οι Θερμοπύλες», εξηγεί. Είχε δει πριν από μερικά χρόνια την ταινία με τους 300 και έκτοτε διαβάζει βιβλία για τη μάχη και τους Σπαρτιάτες. «Είχα ταυτιστεί. Εμείς οι πεζοναύτες νιώθουμε ένα είδος συγγένειας μαζί τους. Είχαν όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που προσπαθούμε να καλλιεργήσουμε σε εμάς: αφοσίωση στη μάχη, πόλεμος για τα ιδανικά μας αλλά ταυτόχρονα μια προσπάθεια να είμαστε ολοκληρωμένοι άνθρωποι και καλοί για την κοινωνία».
Ψάχνοντας στο Ιντερνετ, ανακάλυψε την arcadian trails, την εταιρεία του Κώστα Παναγούλια που ειδικεύεται στον θεματικό και αθλητικό τουρισμό στην Ελλάδα. Τη συγκεκριμένη διαδρομή «των 300» εκείνοι τη δούλευαν από το 2014. «Ηταν κάτι που δεν είχε ξαναγίνει, οπότε υπήρχαν διάφορες δυσκολίες», εξηγεί στην «Κ». Κατ’ αρχάς προσπάθησαν με τη βοήθεια ιστορικών να χαρτογραφήσουν τη διαδρομή, που δεν ήταν καταγεγραμμένη. Στη συνέχεια την περπάτησαν όλη για να δουν τις δυσκολίες. 78 άτομα από 15 χώρες δήλωσαν τότε συμμετοχή. Οι περισσότεροι είχαν ήδη στείλει προκαταβολή όταν ο Παναγούλιας αποφάσισε να ακυρώσει τη διοργάνωση.
«Ηταν άνοιξη του ’15 και φοβηθήκαμε. Υπήρχε μεγάλη αβεβαιότητα και βέβαια η περίπτωση να έχουμε πτωχεύσει ως χώρα όταν θα γινόταν ο αγώνας». Επέστρεψαν σε όλους τα χρήματα αλλά δεν παράτησαν την ιδέα. Πέρυσι αποφάσισαν να το τολμήσουν ξανά.
Την ίδια περίοδο ο Κάμινγκς προσπαθούσε να σχηματίσει την ομάδα που θα τον ακολουθούσε «Εριξα μια απόχη και περίμενα να δω τι θα πιάσω», λέει γελώντας. Η... ψαριά του δεν θα μπορούσε να είναι ποιο ανομοιογενής. Δεκαοκτώ άνδρες και μία γυναίκα, από 26 μέχρι 65 ετών. Κάποιοι ενεργοί άλλοι έφεδροι πεζοναύτες, πολλοί βετεράνοι (μεταξύ τους και ένας τραυματίας πολέμου που είχε χάσει το πόδι του στη Βεγγάζη), ένας δικηγόρος, ένας μεσίτης, ένας αθλητής που έχει σπάσει ρεκόρ συμμετέχοντας σε 50 αγώνες ironman σε 50 συνεχόμενες ημέρες και ένας τετραπληγικός αθλητής.
«Ο καθένας είχε βάλει τον δικό του προσωπικό στόχο, αλλά όλους μάς ενέπνεε το πνεύμα των Σπαρτιατών και βέβαια μοιραζόμασταν έναν κοινό σκοπό: να μαζέψουμε χρήματα για τρία φιλανθρωπικά ιδρύματα που βοηθούν τους πεζοναύτες και τις οικογένειές τους», εξηγεί ο Κάμινγκς. Ο στόχος που είχαν βάλει ήταν υψηλός: 300.000 δολάρια.
Η διαδρομή
Στη διαδρομή υπήρξαν δύσκολες στιγμές που ένιωθαν ότι είχαν φτάσει στα όριά τους. «Είναι χειρότερα και από την εβδομάδα της κόλασης», αστειεύτηκε κάποιος αναφερόμενος στη θρυλική εκπαίδευση των Αμερικανών πεζοναυτών. Ειδικά μετά την πέμπτη ημέρα, εξαντλημένοι και με πόδια τραυματισμένα, κάποιοι ανακοίνωσαν πως θα σταματούσαν. Ενας μάλιστα είχε ανεβάσει πυρετό και ο γιατρός τού συνέστησε να συνεχίσει με το συνοδευτικό αυτοκίνητο. Και όμως, στις πέντε το επόμενο πρωί ήταν όλοι εκεί.
«Ολοι έχουμε αποθέματα δύναμης που δεν γνωρίζουμε», εξηγεί ο Κάμινγκς «Βοήθησε πως είχαμε στην ομάδα τον Κάιλ που είναι τετραπληγικός και έκανε τη διαδρομή με το ποδήλατό του χωρίς καμία άλλη βοήθεια. Οταν βλέπαμε εκείνον να μην το βάζει κάτω, δεν υπήρχαν περιθώρια για γκρίνια ή παραίτηση».
Στα διαλείμματά τους, συζητούσαν για τη διαδρομή. Για το τι συναισθήματα τους βγάζει, πώς τους εμπνέει. «Δεν θα ξεχάσω τη στιγμή που γύρισα και είδα πίσω μου τη Σπάρτη», είπε η Jolene, έφεδρος πεζοναύτης. «Σκέφτηκα τους Σπαρτιάτες που έφευγαν πριν από 2.500 χρόνια ξέροντας πως δεν θα έβλεπαν τους αγαπημένους τους ξανά. Είναι το ίδιο συναίσθημα που έχουμε εμείς όταν φεύγουμε για τον πόλεμο», συμπλήρωσε. «Εγώ παίρνω δύναμη από την ανάμνηση του πατέρα μου που, παρότι υπέφερε από την αρρώστια του, δούλευε μέχρι την τελευταία στιγμή χωρίς να δείχνει αδυναμία», είπε κάποιος άλλος. Κάποιοι μίλησαν για τους πολέμους που έχουν πάρει μέρος, για τους φίλους που έχασαν στις μάχες, για το πνεύμα του πολεμιστή. Και κάπως έτσι, η διαδρομή στα βήματα των Σπαρτιατών εξελίχθηκε σε μια ιδιόμορφη ομαδική ψυχοθεραπεία.
«Μας άλλαξε όλους αυτή η εμπειρία. Ο αγώνας μάς έφερε αντιμέτωπους με την ψυχική μας δύναμη, τα όριά μας και το πώς λειτουργήσαμε ως ομάδα», θα πουν στον τερματισμό. Εκείνη τη μέρα οι πρώτοι είχαν φτάσει στις Θερμοπύλες γύρω στη 1 μ.μ. Περίμεναν όμως για δύο ώρες κάτω από το ήλιο, ένα χιλιόμετρο μακριά από το άγαλμα, ώστε να τερματίσουν όλοι μαζί. Οταν μαζεύτηκαν και οι 19, έριξαν στην πλάτη τους μια αμερικανική και μια ελληνική σημαία και περπάτησαν στο άγαλμα του Λεωνίδα. «Ηταν μια συγκινητική στιγμή για όλους», θα πει αργότερα ο Κάμινγκς. «Μέσα από αυτή τη διαδρομή αγαπήσαμε την Ελλάδα, μάθαμε ακόμα περισσότερα για την ιστορία και την κουλτούρα σας και βέβαια πετύχαμε τον στόχο μας». Το προηγούμενο βράδυ είχαν μάθει πως είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν 300.000 δολάρια.
Μοναχικός άθλος
Ο τερματισμός στις Θερμοπύλες ήταν και για τον Κώστα Παναγούλια, τον διοργανωτή, μια σημαντική στιγμή. Χωρίς χορηγούς (τελικά αναγκάστηκε να βάλει ο ίδιος χρήματα για να φέρει εις πέρας τη διοργάνωση) ή κάποια βοήθεια από το κράτος (παρά μόνο από την τροχαία και την αστυνομία που τους στήριξε), ένιωθε πως είχε κάνει και εκείνος έναν άθλο.
Οχι μόνο λόγω των πρακτικών δυσκολιών που είχε το όλο εγχείρημα, αλλά και από τη –συχνά μάταιη– προσπάθεια να ευαισθητοποιήσει τους δήμους από όπου θα περνούσαν ώστε να αγκαλιάσουν το εγχείρημα (εξαίρεση ο Δήμος Λαμίας που συμμετείχε ενεργά στην τελετή λήξης και ο Δήμος Τρίπολης που συνόδευσε τους δρομείς με μπάντα). Ακόμα και απλά πράγματα ήταν δύσκολα.
Οπως π.χ. η άδεια που προσπάθησε να πάρει για να κατασκηνώνουν οργανωμένα στην ύπαιθρο (δεν τα κατάφεραν, το αίτημα απορρίφθηκε λόγω καχυποψίας για τη χρήση των σκηνών σε σχέση με το προσφυγικό). Δεν το έχει μετανιώσει όμως. «Η Ελλάδα είναι γεμάτη από παρόμοιους θησαυρούς και βέβαια υπάρχει τεράστιο ενδιαφέρον από ξένους που πολλές φορές γνωρίζουν την ιστορία μας ακόμα καλύτερα και από εμάς. Σκεφτείτε πως υπάρχουν χώρες που έχουν “εκμεταλλευτεί” αντιηρωικές πράξεις και τις έχουν κάνει προϊόντα θεματικού τουρισμού. Εμείς είμαστε ακόμα πίσω», εξηγεί.
Πηγή: kathimerini.gr