Το Βυζαντινό τραγούδι βρίσκεται πλέον στον αντιπροσωπευτικό κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.
Ο φάκελος για την υποψηφιότητα που συνέταξαν από κοινού Κύπρος και Ελλάδα, με την στήριξη της Κυπριακής Εθνικής Επιτροπής UNESCO και της Διεύθυνσης Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού της Ελλάδας, κατατέθηκε τον Απρίλιο του 2018 στη Γραμματεία της Σύμβασης της UNESCO.
Στόχος της υποψηφιότητας ήταν η ανάδειξη της μελέτης και της διάσωσης της ψαλτικής τέχνης, προς όφελος των νεότερων γενεών, αλλά και η ευαισθητοποίηση όλων των αρμοδίων και εμπλεκομένων φορέων για την πραγματοποίηση δράσεων προβολής και διάδοσης.
Ως ζωντανή τέχνη που επιβιώνει εδώ και περισσότερα από 2000 χρόνια, το βυζαντινό άσμα είναι μια σημαντική πολιτιστική παράδοση αλλά και ολοκληρωμένο μουσικό σύστημα που αποτελεί μέρος των κοινών μουσικών παραδόσεων που αναπτύχθηκαν στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Αναδεικνύοντας και ενισχύοντας μουσικά τα κείμενα της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πνευματική ζωή και τη θρησκευτική λατρεία. Αυτή η φωνητική τέχνη επικεντρώνεται κυρίως στην απόδοση του εκκλησιαστικού κειμένου, αφού κάθε πτυχή της παράδοσης χρησιμεύει για να διαδώσει το ιερό μήνυμα. Τα κύρια χαρακτηριστικά του έχουν παραμείνει κατά τη διάρκεια των αιώνων: είναι μονοφωνικό, οκτώηχο και χρησιμοποιεί διαφορετικά στυλ ρυθμού για να τονίσει τις επιθυμητές συλλαβές συγκεκριμένων λέξεων.
Εκτός από τη μετάδοσή του μέσω της εκκλησίας, το βυζαντινό άσμα ανθίζει λόγω της πολύχρονης έρευνας εμπειρογνωμόνων αλλά και μη ειδικών – συμπεριλαμβανομένων μουσικών, μελών χορωδίας, συνθετών, μουσικολόγων και μελετητών – που συμβάλλουν στη μελέτη, την απόδοση και τη διάδοσή του.
Πηγή: ert.gr